Πυροσβέστης στα δανικά

Μετάφραση: πυροσβέστης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
brandmand, firefighter, Feuerwehr
Πυροσβέστης στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροσβέστης

πυροσβέστης γαλλικά, πυροσβέστησ δίνει το φιλί τησ ζωήσ σε σκύλο, επάγγελμα πυροσβέστης, πυροσβέστης στην κίνα σώζει στον αέρα επίδοξη αυτόχειρα, συμβασιούχος πυροσβέστης, πυροσβέστης λεξικό γλώσσας δανικά, πυροσβέστης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πυροβόλησα στα δανικά - skyde, optage, skyder, at skyde, skyd
  • πυροδότηση στα δανικά - fyring, affyring, brænding, affyringen, brændingen
  • πυρόξανθος στα δανικά - Auburn, rødbrun, rødbrune, rødbrunt, i Auburn
  • πως στα δανικά - hvor, hvordan, at, der, som
Τυχαίες λέξεις
Πυροσβέστης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: brandmand, firefighter, Feuerwehr