Άδολος στα γερμανικά

Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
arglos, Ebene, schlicht, einfach, glatt, klar
Άδολος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άδολος

άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας γερμανικά, άδολος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • άδειος στα γερμανικά - ledig, leer, unbesetzt, leeren, ausleeren, frei, leere, ...
  • άδικος στα γερμανικά - ungerecht, Sünder, Ungerechten, Ungerechte, unrighteous
  • άθελα στα γερμανικά - unwissentlich, unabsichtliche, unabsichtlich, ungewollt, unbewusst, unbeabsichtigt
  • άθεος στα γερμανικά - atheistin, atheist, gottlos, gottlosen, gottlose, gottloser, gottloses
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: arglos, Ebene, schlicht, einfach, glatt, klar