Άδολος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
обичен, обична, рамнина, обични, едноставен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδολος
άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, άδολος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- άδειος στα σλαβομακεδονικά - празни, празна, празен, празната, празните
- άδικος στα σλαβομακεδονικά - неправедни, неправедните, нечестивиот, неправедниците, неправеден
- άθελα στα σλαβομακεδονικά - несвесно, несакајќи, ненамерно, не сакајќи, несвесно се
- άθεος στα σλαβομακεδονικά - безбожни, безбожен, безбожниот, безбожните, безбожната
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: обичен, обична, рамнина, обични, едноставен
Μεταφράσεις: обичен, обична, рамнина, обични, едноставен