Άδολος στα ιταλικά
Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pianura, semplice, piana, comune, piano
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδολος
άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας ιταλικά, άδολος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- άδειος στα ιταλικά - vuotaggine, evacuare, svuotare, vano, libero, vacante, vacuo, ...
- άδικος στα ιταλικά - ingiusto, ingiusti, iniquo, iniquo i, ingiusta
- άθελα στα ιταλικά - involontariamente, inconsapevolmente, senza volerlo, senza saperlo, volerlo
- άθεος στα ιταλικά - ateo, empio, senza Dio, empi, atea
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pianura, semplice, piana, comune, piano
Μεταφράσεις: pianura, semplice, piana, comune, piano