Άδολος στα εσθονικά
Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
puhtsüdamlik, siiras, tavaline, Plain, lihtsas, siledate, lihtne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδολος
άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας εσθονικά, άδολος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- άδειος στα εσθονικά - taara, vaba, tühjenema, vakantne, tühi, tühjad, tühja, ...
- άδικος στα εσθονικά - ülekohtune, ülekohtused, ülekohtuses, ole ülekohtune
- άθελα στα εσθονικά - tahtmatult, kogemata, teadmatult, pahaaimamatult
- άθεος στα εσθονικά - ateist, jumalatu, jumalakartmatu, jumalatute, jumalakartmatud, jumalatus
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: puhtsüdamlik, siiras, tavaline, Plain, lihtsas, siledate, lihtne
Μεταφράσεις: puhtsüdamlik, siiras, tavaline, Plain, lihtsas, siledate, lihtne