Άδολος στα τούρκικα
Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
düz, Kayar, sade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδολος
άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άδολος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άδειος στα τούρκικα - boşaltmak, boş, boş bir, boþ
- άδικος στα τούρκικα - haksız, günahkâr, adaletsiz, unrighteous, Aklanmamış
- άθελα στα τούρκικα - farkında olmadan, farkında olmaksızın, istemeden, bilmeyerek
- άθεος στα τούρκικα - Allah'sız, dinsiz, tanrısız, godless, inkarcı
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: düz, Kayar, sade
Μεταφράσεις: düz, Kayar, sade