Άδολος στα νορβηγικά

Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
plain, sletten, vanlig, ren, rent
Άδολος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άδολος

άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, άδολος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • άδειος στα νορβηγικά - tømme, ledig, tom, tomt, tomme, åpne, er tom
  • άδικος στα νορβηγικά - urettferdig, urettferdige, gjør urett, som gjør urett
  • άθελα στα νορβηγικά - uforvarende, uvitende, ubevisst, uten å vite, uten å vite det
  • άθεος στα νορβηγικά - gudløse, gudløs, godless, gudløst, ugudelig
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: plain, sletten, vanlig, ren, rent