Άδολος στα ουκρανικά

Μετάφραση: άδολος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
простодушний, простий, простої, простій, простою, проста
Άδολος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άδολος

άβουλος συνωνυμα, άβουλος συνώνυμο, άβουλος συνώνυμα, άδολος αγγλικά, άδολος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άδολος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • άδειος στα ουκρανικά - порожня, пустої, пустий, безтямний, спорожняти, спорожнити, бездіяльний, ...
  • άδικος στα ουκρανικά - несправедливий, неправедний, цей неправедний, неправедна
  • άθελα στα ουκρανικά - мимоволі, мимохіть, мимовільно, несвідомо
  • άθεος στα ουκρανικά - атеїст, безбожний, безбожна
Τυχαίες λέξεις
Άδολος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: простодушний, простий, простої, простій, простою, проста