Καρποφόρος στα γερμανικά
Μετάφραση: καρποφόρος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fruchtbar, fruchtbare, fruchtbaren, fruchtbarer, erfolgreiche
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρποφόρος
καρποφόρος συνώνυμα, καρποφόρος συνώνυμο, καρποφόρος λεξικό γλώσσας γερμανικά, καρποφόρος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- καρπαζιά στα γερμανικά - schlag, schlagkraft, würze, geschmack, kopfnuss, schnalzen, beigeschmack, ...
- καρπαζώνω στα γερμανικά - schlag, lappen, schlagkraft, kopfnuss, Schlagkraft, Schlag, Einfluss, ...
- καρπός στα γερμανικά - frucht, obst, Frucht, Früchte, Obst
- καρτέρι στα γερμανικά - überfallen, falle, hinterhalt, Falle, Siphon, fangen, Trap, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρποφόρος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fruchtbar, fruchtbare, fruchtbaren, fruchtbarer, erfolgreiche
Μεταφράσεις: fruchtbar, fruchtbare, fruchtbaren, fruchtbarer, erfolgreiche