Καρποφόρος στα νορβηγικά
Μετάφραση: καρποφόρος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fruktbar, fruktbart, fruktbare, frukt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρποφόρος
καρποφόρος συνώνυμα, καρποφόρος συνώνυμο, καρποφόρος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καρποφόρος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- καρπαζιά στα νορβηγικά - dask, smekk, smak, innflytelse, tyngde, slagkraft, kraft, ...
- καρπαζώνω στα νορβηγικά - innflytelse, tyngde, slagkraft, kraft, handlekraft
- καρπός στα νορβηγικά - frukt, frukten, frukter, fruit
- καρτέρι στα νορβηγικά - felle, fellen, trap, fange
Τυχαίες λέξεις
Καρποφόρος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fruktbar, fruktbart, fruktbare, frukt
Μεταφράσεις: fruktbar, fruktbart, fruktbare, frukt