Καρποφόρος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καρποφόρος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fecundo, frutífero, fértil, frutífera, frutuosa
Καρποφόρος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρποφόρος

καρποφόρος συνώνυμα, καρποφόρος συνώνυμο, καρποφόρος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καρποφόρος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καρπαζιά στα πορτογαλικά - heroína, pancada, influência, cunhas, cacife, clout
  • καρπαζώνω στα πορτογαλικά - pancada, influência, cunhas, cacife, clout
  • καρπός στα πορτογαλικά - fruta, fruto, congelado, frutas, frutos, de frutas
  • καρτέρι στα πορτογαλικά - emboscada, armadilha, trap, armadilha de, armadilhas, prender
Τυχαίες λέξεις
Καρποφόρος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fecundo, frutífero, fértil, frutífera, frutuosa