Καρποφόρος στα λετονικά

Μετάφραση: καρποφόρος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
auglīgs, auglīga, auglīgas, auglīgu, auglīgi
Καρποφόρος στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρποφόρος

καρποφόρος συνώνυμα, καρποφόρος συνώνυμο, καρποφόρος λεξικό γλώσσας λετονικά, καρποφόρος στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • καρπαζιά στα λετονικά - aromāts, garša, lupata, autoritāte, autoritāti, pavirši salāpīt, ielāps
  • καρπαζώνω στα λετονικά - lupata, autoritāte, autoritāti, pavirši salāpīt, ielāps
  • καρπός στα λετονικά - auglis, augļi, augļu, augļus, augļiem
  • καρτέρι στα λετονικά - lamatas, slazds, slazdu, iespiešanu, zivju krātiņveida lamatu uzstādīšanas
Τυχαίες λέξεις
Καρποφόρος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: auglīgs, auglīga, auglīgas, auglīgu, auglīgi