Καρποφόρος στα ιταλικά

Μετάφραση: καρποφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fecondo, fruttuosa, feconda, fruttuoso, proficua
Καρποφόρος στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρποφόρος

καρποφόρος συνώνυμα, καρποφόρος συνώνυμο, καρποφόρος λεξικό γλώσσας ιταλικά, καρποφόρος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • καρπαζιά στα ιταλικά - schiocco, pacca, sapore, colpo, peso, influenza, clout
  • καρπαζώνω στα ιταλικά - colpo, peso, influenza, clout
  • καρπός στα ιταλικά - frutto, frutta, di frutta, frutti, della frutta
  • καρτέρι στα ιταλικά - imboscata, appostamento, agguato, trappola, trap, intrappolare, trappola per, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρποφόρος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: fecondo, fruttuosa, feconda, fruttuoso, proficua