Τοπογράφος στα γερμανικά

Μετάφραση: τοπογράφος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geometer, vermesserin, landvermesser, Landvermesser, Vermesser, Vermessungs
Τοπογράφος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τοπογράφος

τοπογράφος μηχανικός χαλκιδική, τοπογράφος πε, τοπογράφος εργασία, τοπογράφος θεσσαλονίκη, τοπογράφος χαλκιδική, τοπογράφος λεξικό γλώσσας γερμανικά, τοπογράφος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • τοπικά στα γερμανικά - örtlich, am Ort, lokal, vor Ort, Ort
  • τοπικός στα γερμανικά - örtliches, örtlich, ortsansässiger, lokal, narkose, ortsansässige, einheimische, ...
  • τοποθέτηση στα γερμανικά - positionierung, legen, einstellung, stellung, unterbringung, platzanweisung, bestückung, ...
  • τοποθεσία στα γερμανικά - ort, ortung, stellung, stelle, standort, hinlegen, perspektive, ...
Τυχαίες λέξεις
Τοπογράφος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: geometer, vermesserin, landvermesser, Landvermesser, Vermesser, Vermessungs