Τοπογράφος στα φινλανδικά

Μετάφραση: τοπογράφος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tarkastaja, maanmittari, katsastaja, katsastajan, katsastajalle, surveyor
Τοπογράφος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τοπογράφος

τοπογράφος μηχανικός χαλκιδική, τοπογράφος πε, τοπογράφος εργασία, τοπογράφος θεσσαλονίκη, τοπογράφος χαλκιδική, τοπογράφος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, τοπογράφος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • τοπικά στα φινλανδικά - paikallisesti, paikan päällä, paikallisia, paikallista, paikallisen
  • τοπικός στα φινλανδικά - lokaali, paikallinen, paikallisten, paikallisia, paikalliset, paikallisen
  • τοποθέτηση στα φινλανδικά - järjestys, asema, sijoitus, laittaminen, asettaminen, sijoittaminen, sijoitus viestissa, ...
  • τοποθεσία στα φινλανδικά - kohta, asettua, asento, paikka, tilanne, asema, sijoittaa, ...
Τυχαίες λέξεις
Τοπογράφος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tarkastaja, maanmittari, katsastaja, katsastajan, katsastajalle, surveyor