Τοπογράφος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τοπογράφος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
інспектар, інспэктар
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τοπογράφος
τοπογράφος μηχανικός χαλκιδική, τοπογράφος πε, τοπογράφος εργασία, τοπογράφος θεσσαλονίκη, τοπογράφος χαλκιδική, τοπογράφος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τοπογράφος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τοπικά στα λευκορωσικά - ў мясцовым, у мясцовым, ў мясцовай, у мясцовай
- τοπικός στα λευκορωσικά - мясцовы
- τοποθέτηση στα λευκορωσικά - размяшчэнне, месцаванне, разьмяшчэньне
- τοποθεσία στα λευκορωσικά - плошта, пошта, размяшчэнне, Месца
Τυχαίες λέξεις
Τοπογράφος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: інспектар, інспэктар
Μεταφράσεις: інспектар, інспэктар