Τοπογράφος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τοπογράφος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
agrimensor, topógrafo, inspector, surveyor, inspetor
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τοπογράφος
τοπογράφος μηχανικός χαλκιδική, τοπογράφος πε, τοπογράφος εργασία, τοπογράφος θεσσαλονίκη, τοπογράφος χαλκιδική, τοπογράφος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τοπογράφος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τοπικά στα πορτογαλικά - localmente, local, locais, nível local, no local
- τοπικός στα πορτογαλικά - local, locais, local de
- τοποθέτηση στα πορτογαλικά - localização, colocação, posicionamento, a colocação, colocação de
- τοποθεσία στα πορτογαλικά - lugar, português, localizar, atitude, perspectiva, local, posicionar, ...
Τυχαίες λέξεις
Τοπογράφος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: agrimensor, topógrafo, inspector, surveyor, inspetor
Μεταφράσεις: agrimensor, topógrafo, inspector, surveyor, inspetor