Θεμιτός στα εσθονικά
Μετάφραση: θεμιτός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õigustatud, õiguspärase, õiguspärane, õiguspärast, õiguspäraseid
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεμιτός
θεμιτός ορισμός, θεμιτός συνώνυμο, θεμιτός ανταγωνισμός βικιπαιδεια, θεμιτός ανταγωνισμός, θεμιτός λεξικο, θεμιτός λεξικό γλώσσας εσθονικά, θεμιτός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- θεματοφύλακας στα εσθονικά - eestkostja, depositaar, hoiulevõtjale, hoiulevõtja, depoopanga, depositooriumi
- θεμελιώδης στα εσθονικά - fundamentaalne, põhiline, peamine, põhiõiguste, põhivabaduste
- θεολογία στα εσθονικά - teoloogia, religiooniõpetus, teoloogiat, teoloogias, teoloogiast, usuteaduse
- θεολόγος στα εσθονικά - teoloog, teoloogi, teoloogina, usuteadlane
Τυχαίες λέξεις
Θεμιτός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: õigustatud, õiguspärase, õiguspärane, õiguspärast, õiguspäraseid
Μεταφράσεις: õigustatud, õiguspärase, õiguspärane, õiguspärast, õiguspäraseid