Σανδάλι στα εσθονικά

Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sandaal, sandaalid, sandaalide, sandal, sandaali
Σανδάλι στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανδάλι

ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας εσθονικά, σανδάλι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σανίδα στα εσθονικά - laud, plaat, juhatus, plank, mõtteviisi, tasapinnaliste, laua
  • σανίδωμα στα εσθονικά - piirdetara, plank, kost, pardaleastumine, laudisega, laudis, plangutuse, ...
  • σανός στα εσθονικά - hein, Heina-, heina, Hay, heinale
  • σαπίζω στα εσθονικά - kõdunemine, liigendama, pehkima, mädanema, lagunema, lagunemine, mädanik, ...
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sandaal, sandaalid, sandaalide, sandal, sandaali