Σανδάλι στα ρωσικά

Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
босоножка, сандал, сандалия, ремешок, сандалии, сандаловое, сандалового
Σανδάλι στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανδάλι

ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας ρωσικά, σανδάλι στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • σανίδα στα ρωσικά - столоваться, коллегия, управление, тесина, доска, харчи, комитет, ...
  • σανίδωμα στα ρωσικά - накопление, нагромождение, пансион, абордаж, посадка, доски, обшивка, ...
  • σανός στα ρωσικά - награда, сено, Hay, сена, Хей, Хэй
  • σαπίζω στα ρωσικά - загнивание, прель, разлагаться, вранье, портиться, разложение, тлеть, ...
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: босоножка, сандал, сандалия, ремешок, сандалии, сандаловое, сандалового