Σανδάλι στα ιταλικά

Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sandalo, del sandalo, il sandalo, sandali, di sandalo
Σανδάλι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανδάλι

ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας ιταλικά, σανδάλι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • σανίδα στα ιταλικά - bordo, commissione, asse, tabellone, tavola, quadro, plancia, ...
  • σανίδωμα στα ιταλικά - tavolato, fasciame, planking, planking del, fasciame di
  • σανός στα ιταλικά - fieno, di fieno, da fieno, hay, il fieno
  • σαπίζω στα ιταλικά - putrefazione, decadenza, carie, decadimento, intristire, marcire, rovina, ...
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sandalo, del sandalo, il sandalo, sandali, di sandalo