Σανδάλι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сандал
Σανδάλι στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανδάλι

ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σανδάλι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σανίδα στα λευκορωσικά - дошка, доска
  • σανίδωμα στα λευκορωσικά - дошкі
  • σανός στα λευκορωσικά - сена, сено
  • σαπίζω στα λευκορωσικά - сцішваць
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сандал