Σανδάλι στα τούρκικα

Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sandal, sandalet, sandaletler
Σανδάλι στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανδάλι

ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας τούρκικα, σανδάλι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • σανίδα στα τούρκικα - tahta, plank, şezlong, tahtası, şezlong güneş
  • σανίδωμα στα τούρκικα - kalaslar, tahtalar, döşemeleri, yer döşemeleri, planking
  • σανός στα τούρκικα - saman, Hay, ot, kuru ot
  • σαπίζω στα τούρκικα - bozulma, bozulmak, çürümek, utandırmak, kangren, mortify, incitmek, ...
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sandal, sandalet, sandaletler