Σανδάλι στα φινλανδικά
Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sandaali, sandaalin, sandal, sandaalit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σανδάλι
ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σανδάλι στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- σανίδα στα φινλανδικά - lautakunta, laita, lankku, taulu, pöytä, lauta, plank, ...
- σανίδωμα στα φινλανδικά - rohmuaminen, aita, laudoitus, Taulut, planking, muotti, laudat
- σανός στα φινλανδικά - ruoho, heinä, heinänkorsi, heinät, Heinä-, Hay, heinää, ...
- σαπίζω στα φινλανδικά - laho, lahota, hajaantua, mädäntyä, rappio, hajoaminen, mädättää, ...
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: sandaali, sandaalin, sandal, sandaalit
Μεταφράσεις: sandaali, sandaalin, sandal, sandaalit