Σανδάλι στα λιθουανικά

Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sandalas, sandalo, sandalų, sandalai, Sandał
Σανδάλι στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανδάλι

ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σανδάλι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σανίδα στα λιθουανικά - lenta, laivo, Plank, lentų, lentjuostė, apkalti lentomis
  • σανίδωμα στα λιθουανικά - klojinys, apkalimas lentomis, Plankas, apkala, apkalas
  • σανός στα λιθουανικά - šienas, Hay, šieno, Šienavimo, šieną
  • σαπίζω στα λιθουανικά - marinti, marinate kūniškus, Žeminti, malšinti
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sandalas, sandalo, sandalų, sandalai, Sandał