Σανδάλι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σανδάλι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сандала, сандали, обувката, сандалово дрво, sandal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σανδάλι
ανατομικό σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, σανδάλι ετυμολογία, σανδάλι πέλλας, σανδάλι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σανδάλι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σανίδα στα σλαβομακεδονικά - штица, штицата, гредата, начело, штица и тргна
- σανίδωμα στα σλαβομακεδονικά - талпи
- σανός στα σλαβομακεδονικά - сено, сеното, поленска, детелина
- σαπίζω στα σλαβομακεδονικά - mortify
Τυχαίες λέξεις
Σανδάλι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: сандала, сандали, обувката, сандалово дрво, sandal
Μεταφράσεις: сандала, сандали, обувката, сандалово дрво, sandal