Σαρκικός στα εσθονικά

Μετάφραση: σαρκικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tiirane, keha, lihalikud, lihalikest, lihaliku, lihalik, lihalike
Σαρκικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρκικός

σαρκικός πόλεμος, σαρκικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, σαρκικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σαρκασμός στα εσθονικά - kaevama, müksama, väljakaevamiskoht, sarkasm, sarkasmi, sarcasm, Ivallisesti
  • σαρκαστικός στα εσθονικά - salvav, söövitav, kaustiline, sarkastiline, sarkastilised, sarkastiliselt, sarkastiliseks, ...
  • σαρκοβόρος στα εσθονικά - karnivoorne, lihasööja-, lihatoidulistele, mittelihatoiduliste, lihasööjate, lihasööja
  • σαρκοφάγος στα εσθονικά - karnivoorne, sarkofaag, sarkofaagi
Τυχαίες λέξεις
Σαρκικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tiirane, keha, lihalikud, lihalikest, lihaliku, lihalik, lihalike