Σαρκικός στα ρουμανικά

Μετάφραση: σαρκικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trupesc, trupească, carne, carnală, de carne
Σαρκικός στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρκικός

σαρκικός πόλεμος, σαρκικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σαρκικός στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • σαρκασμός στα ρουμανικά - dezgropa, sarcasm, sarcasmul, sarcasmului, de sarcasm, sarcastic
  • σαρκαστικός στα ρουμανικά - sarcastic, sarcastică, sarcastica, a dreptul sarcastic, dreptul sarcastic
  • σαρκοβόρος στα ρουμανικά - carnivor, carnivore, carnivori, carnivora, carnivore cu
  • σαρκοφάγος στα ρουμανικά - sarcofag, sarcofagul, sarcofag de, sarcofagului, de sarcofag
Τυχαίες λέξεις
Σαρκικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: trupesc, trupească, carne, carnală, de carne