Σαρκικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σαρκικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
плоцкі, цялесны
Σαρκικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρκικός

σαρκικός πόλεμος, σαρκικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σαρκικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σαρκασμός στα λευκορωσικά - працаваць, сарказм
  • σαρκαστικός στα λευκορωσικά - саркастычны, саркастычнае
  • σαρκοβόρος στα λευκορωσικά - пажадлівы
  • σαρκοφάγος στα λευκορωσικά - саркафаг, труну
Τυχαίες λέξεις
Σαρκικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: плоцкі, цялесны