Σαρκικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σαρκικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
телесните, чувствен, телесен, телесна, страсни телесни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρκικός
σαρκικός πόλεμος, σαρκικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σαρκικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σαρκασμός στα σλαβομακεδονικά - сарказам, сарказмот, сарказам на, саркастичност
- σαρκαστικός στα σλαβομακεδονικά - саркастична, саркастични, саркастичен, сарказам, саркастично
- σαρκοβόρος στα σλαβομακεδονικά - месојади, месојадни, месојаден, се месојади
- σαρκοφάγος στα σλαβομακεδονικά - саркофаг, саркофагот, саркофази, ковчегот, ковчег
Τυχαίες λέξεις
Σαρκικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: телесните, чувствен, телесен, телесна, страсни телесни
Μεταφράσεις: телесните, чувствен, телесен, телесна, страсни телесни