Σαρκικός στα σουηδικά
Μετάφραση: σαρκικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kötts, fleshly, köttsliga, köttslig, köttsligt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρκικός
σαρκικός πόλεμος, σαρκικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, σαρκικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- σαρκασμός στα σουηδικά - gräva, sarkasm, sarcasm, sarcasmen
- σαρκαστικός στα σουηδικά - sarkastisk, sarkas, sarkastiskt, sarkastiska, sarcastic
- σαρκοβόρος στα σουηδικά - köttätande, carnivorous, köttätare, ätande, av köttätande
- σαρκοφάγος στα σουηδικά - sarkofag, sarkofagen, sarkofaget, sarcophagus
Τυχαίες λέξεις
Σαρκικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kötts, fleshly, köttsliga, köttslig, köttsligt
Μεταφράσεις: kötts, fleshly, köttsliga, köttslig, köttsligt