Άμυλο στα ισλανδικά
Μετάφραση: άμυλο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sterkju, sterkja, af sterkju, sterkjan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμυλο
άμυλο χημικός τύπος, άμυλο τροφές, άμυλο ασπρόπυργος, άμυλο καλαμποκιού, άμυλο ταπιόκας, άμυλο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άμυλο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- άμπωτη στα ισλανδικά - fjara, EBB
- άμυαλος στα ισλανδικά - heilalausa
- άμυνα στα ισλανδικά - vörn, varnir, varnarmálum, varnarmála, vörnin
- άναρθρος στα ισλανδικά - inarticulate
Τυχαίες λέξεις
Άμυλο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sterkju, sterkja, af sterkju, sterkjan
Μεταφράσεις: sterkju, sterkja, af sterkju, sterkjan