Άμυλο στα τούρκικα
Μετάφραση: άμυλο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kola, nişasta, nişastası, nişastanın
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμυλο
άμυλο χημικός τύπος, άμυλο τροφές, άμυλο ασπρόπυργος, άμυλο καλαμποκιού, άμυλο ταπιόκας, άμυλο λεξικό γλώσσας τούρκικα, άμυλο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άμπωτη στα τούρκικα - cezir, ebb, dökümler, alçalmak, bozulmak
- άμυαλος στα τούρκικα - beyinsiz, beyinsiz bir, brainless, akılsız
- άμυνα στα τούρκικα - savunma, defansı, savunması, bir savunma
- άναρθρος στα τούρκικα - dilsiz, anlaşılmaz, inarticulate, derdini anlatamayan, eklemsiz
Τυχαίες λέξεις
Άμυλο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kola, nişasta, nişastası, nişastanın
Μεταφράσεις: kola, nişasta, nişastası, nişastanın