Άμυλο στα ιταλικά
Μετάφραση: άμυλο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
amido, salda, fecola, fecola di, amido di, di amido
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμυλο
άμυλο χημικός τύπος, άμυλο τροφές, άμυλο ασπρόπυργος, άμυλο καλαμποκιού, άμυλο ταπιόκας, άμυλο λεξικό γλώσσας ιταλικά, άμυλο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- άμπωτη στα ιταλικά - riflusso, flusso, ebb, declino, di riflusso
- άμυαλος στα ιταλικά - senza cervello, brainless, privo di cervello, scervellata
- άμυνα στα ιταλικά - difesa, di difesa, la difesa, difensore, della difesa
- άναρθρος στα ιταλικά - inarticolato, inarticolata, inarticulate, inarticolati, disarticolato
Τυχαίες λέξεις
Άμυλο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: amido, salda, fecola, fecola di, amido di, di amido
Μεταφράσεις: amido, salda, fecola, fecola di, amido di, di amido