Άμυλο στα λιθουανικά
Μετάφραση: άμυλο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
krakmolas, krakmolo, krakmolą
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμυλο
άμυλο χημικός τύπος, άμυλο τροφές, άμυλο ασπρόπυργος, άμυλο καλαμποκιού, άμυλο ταπιόκας, άμυλο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, άμυλο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- άμπωτη στα λιθουανικά - atoslūgis, kritimas, Maksimalus greitis aukštos srovės, Atplūdi, mažėti
- άμυαλος στα λιθουανικά - besmegenis, besmegeniai, brainless, begalvis, Bezgłowy
- άμυνα στα λιθουανικά - apsigynimas, apsauga, gynimas, gynyba, Gynėjas, gynybos
- άναρθρος στα λιθουανικά - bežadis, Inarticulate, Neartikulēts, neaiškus, neartikuliuotas
Τυχαίες λέξεις
Άμυλο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: krakmolas, krakmolo, krakmolą
Μεταφράσεις: krakmolas, krakmolo, krakmolą