Αιχμή στα ισλανδικά

Μετάφραση: αιχμή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
oddur, liður, nes, benda, hámarki, hámarksþéttni, hámark, hámarksþéttni í, hámarks
Αιχμή στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιχμή

αιχμή του δόρατοσ english, αιχμή ξάνθη, αιχμή ρούχα, αιχμή του δόρατος, αιχμή μεσολόγγι, αιχμή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αιχμή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αιφνιδιαστικά στα ισλανδικά - óvænt, skyndilega, óvænta, fyrr en varir
  • αιχμάλωτος στα ισλανδικά - fanga, til fanga, föngnum, hernumda, burt hertekin
  • αιχμαλωσία στα ισλανδικά - handtaka, högum, herleiðingunni
  • αιχμαλωτίζω στα ισλανδικά - handtaka, Capture, fanga, Myndatökuhljóð, myndatökutakkann
Τυχαίες λέξεις
Αιχμή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: oddur, liður, nes, benda, hámarki, hámarksþéttni, hámark, hámarksþéttni í, hámarks