Αιχμή στα σουηδικά

Μετάφραση: αιχμή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
drickspengar, spets, prick, spetsa, punkt, dricks, topp, toppen, peak
Αιχμή στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιχμή

αιχμή του δόρατοσ english, αιχμή ξάνθη, αιχμή ρούχα, αιχμή του δόρατος, αιχμή μεσολόγγι, αιχμή λεξικό γλώσσας σουηδικά, αιχμή στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αιφνιδιαστικά στα σουηδικά - plötsligt, oväntat, raskande, överraskande, rask
  • αιχμάλωτος στα σουηδικά - fånge, fångenskap, fången, företagsintern, företagsinterna, i fångenskap
  • αιχμαλωσία στα σουηδικά - gripande, erövra, attack, anfall, fångenskap, fångenskapen, fångna
  • αιχμαλωτίζω στα σουηδικά - gripande, erövra, anfall, attack, capture, avskiljning, fånga, ...
Τυχαίες λέξεις
Αιχμή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: drickspengar, spets, prick, spetsa, punkt, dricks, topp, toppen, peak