Ενοχλητικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meddlesome
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός
ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ενοχλητικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ενορία στα ισλανδικά - hreppur, Parish, sókn, sóknarprest, söfnuðurinn, sóknin
- ενοχή στα ισλανδικά - sekt, sektarkennd, sök, misgjörð, sektar
- ενοχλούμαι στα ισλανδικά - gramur, pirruð, pirraður, pirringi, ergilegt
- ενοχλώ στα ισλανδικά - abbast, fyrirhöfn, espa, ónáða, nennir, trufla, nenna, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: meddlesome
Μεταφράσεις: meddlesome