Ενοχλητικός στα ρουμανικά
Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
băgăcios, vâră, se vâră, impertinent, băgăcioasă
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός
ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ενοχλητικός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ενορία στα ρουμανικά - parohie, parohială, paroh, parohia, parohiei
- ενοχή στα ρουμανικά - vinovăție, vină, vina, vinovăția, vinovăției
- ενοχλούμαι στα ρουμανικά - enerva, contrariat, supărat, enervat, deranjat, iritat
- ενοχλώ στα ρουμανικά - supra, problemă, necaz, bucluc, enerva, deranja, deranjez, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: băgăcios, vâră, se vâră, impertinent, băgăcioasă
Μεταφράσεις: băgăcios, vâră, se vâră, impertinent, băgăcioasă