Ενοχλητικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
надакучлівы, надакучлівае, назаляў
Ενοχλητικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός

ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ενοχλητικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ενορία στα λευκορωσικά - прыход, парафія, парафію
  • ενοχή στα λευκορωσικά - віна, віны
  • ενοχλούμαι στα λευκορωσικά - раздражнёны, злосны, раззлаваны, незадаволены, зласлівы
  • ενοχλώ στα λευκορωσικά - турбаваць, непакоіць
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: надакучлівы, надакучлівае, назаляў