Ενοχλητικός στα ισπανικά

Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
molesto, enojoso, verja, entrometido, entrometida, meddlesome, entrometidos, impertinente
Ενοχλητικός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός

ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, ενοχλητικός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ενορία στα ισπανικά - parroquia, parroquial, la parroquia, parroquia de, de la parroquia
  • ενοχή στα ισπανικά - culpabilidad, culpa, la culpa, la culpabilidad, culpable
  • ενοχλούμαι στα ισπανικά - incomodar, estorbar, molestar, irritado, contrariado, molesto, molesta, ...
  • ενοχλώ στα ισπανικά - fastidiar, exasperar, trastornar, incomodar, moler, enojar, enconar, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: molesto, enojoso, verja, entrometido, entrometida, meddlesome, entrometidos, impertinente