Ενοχλητικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įkyrus, Wtrącalski, Kištis į Svetimi reikalai, Nusibodę, Natrętny
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός
ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ενοχλητικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ενορία στα λιθουανικά - parapija, parapijos, seniūnija, parapinė, parapijoje
- ενοχή στα λιθουανικά - kaltė, kaltės, kaltę, kaltumas, kaltumo
- ενοχλούμαι στα λιθουανικά - lįsti, Sapīcis, pasipiktinę, erzinančio, erzina, dirginimas
- ενοχλώ στα λιθουανικά - sutrukdyti, lįsti, uždavinys, rūpintis, nerimauti, vargintis, trukdyti, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įkyrus, Wtrącalski, Kištis į Svetimi reikalai, Nusibodę, Natrętny
Μεταφράσεις: įkyrus, Wtrącalski, Kištis į Svetimi reikalai, Nusibodę, Natrętny