Ενοχλητικός στα σουηδικά

Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
retande, galler, meddlesome, beskäftig, beskäftiga, klåfingriga, klåfingrigt
Ενοχλητικός στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός

ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ενοχλητικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ενορία στα σουηδικά - kommun, pastorat, socken, församling, församlingen, församlings, socknen
  • ενοχή στα σουηδικά - skuld, skulden, skuldkänslor, guilt
  • ενοχλούμαι στα σουηδικά - besvära, oroa, störa, bråk, irriterad, irriterade, förargad, ...
  • ενοχλώ στα σουηδικά - bråk, förarga, reta, besvära, oroa, störa, irritera, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: retande, galler, meddlesome, beskäftig, beskäftiga, klåfingriga, klåfingrigt