Ενοχλητικός στα τούρκικα

Μετάφραση: ενοχλητικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ızgara, işgüzar, şeye burnunu sokan, her şeye burnunu sokan, işe karışan, her işe karışan
Ενοχλητικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοχλητικός

ενοχλητικός γείτονας, ενοχλητικός συνώνυμα, ενοχλητικός σκύλος, ενοχλητικός βήχας, ενοχλητικόσ μεταφραση, ενοχλητικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενοχλητικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ενορία στα τούρκικα - cemaat, kilise, Parish, bucak, mahalle
  • ενοχή στα τούρκικα - suçluluk, suç, suçluluk duygusu, suçu, guilt
  • ενοχλούμαι στα τούρκικα - sinirlenmiş, rahatsız, sinirlendi, kızgın, rencide
  • ενοχλώ στα τούρκικα - sorun, azar, zahmet, rahatsız, bother, uğraşmadı, hiç rahatsız
Τυχαίες λέξεις
Ενοχλητικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ızgara, işgüzar, şeye burnunu sokan, her şeye burnunu sokan, işe karışan, her işe karışan