Κατανέμω στα ισλανδικά

Μετάφραση: κατανέμω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sóknir, hlutfallið, aðar, uðir
Κατανέμω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατανέμω

κατανέμω συνώνυμα, κατανέμω κλίση, κατανέμω συνώνυμο, κατανέμω αγγλικα, κατανέμω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κατανέμω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καταμετρώ στα ισλανδικά - admeasure
  • κατανάλωση στα ισλανδικά - eyðsla, neysla, neyslu, einkaneyslu, neysluskatta
  • καταναλωτής στα ισλανδικά - neytandi, neytenda, neytandinn, neysluverðs, neytendur
  • καταναλώνω στα ισλανδικά - neyta, að neyta, eyða, eyði, borða
Τυχαίες λέξεις
Κατανέμω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sóknir, hlutfallið, aðar, uðir