Κατανέμω στα λετονικά
Μετάφραση: κατανέμω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
deva, devu, attiecība, devā, barības devas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατανέμω
κατανέμω συνώνυμα, κατανέμω κλίση, κατανέμω συνώνυμο, κατανέμω αγγλικα, κατανέμω λεξικό γλώσσας λετονικά, κατανέμω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- καταμετρώ στα λετονικά - nomērīt, iemērīt, izmērīt
- κατανάλωση στα λετονικά - patēriņš, patēriņu, patēriņa, patēriņam, patērēšana
- καταναλωτής στα λετονικά - patērētājs, patērētāju, patērētājam, patēriņa, patērētāju tiesību
- καταναλώνω στα λετονικά - patērēt, patērē, lietot, patērējam, patērēs
Τυχαίες λέξεις
Κατανέμω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: deva, devu, attiecība, devā, barības devas
Μεταφράσεις: deva, devu, attiecība, devā, barības devas