Πενιχρός στα ισλανδικά

Μετάφραση: πενιχρός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fátækur, subbulegur
Πενιχρός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πενιχρός

πενιχρός συνώνυμο, πενιχρός αντώνυμο, πενιχρός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πενιχρός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πενία στα ισλανδικά - fátækt, indigence
  • πενθώ στα ισλανδικά - hryggja, harma, syrgja, sorgbitnir, sýta, kveinstafi
  • πεντάδα στα ισλανδικά - fimm, og fimm
  • πεντηκοστός στα ισλανδικά - fimmtugasta, hið fimmtugasta, fimmtugasta skiptið
Τυχαίες λέξεις
Πενιχρός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fátækur, subbulegur