Πενιχρός στα ρουμανικά
Μετάφραση: πενιχρός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
biet, slab, nenorocit, ponosit, sărăcăcios, shabby, ponosite, meschin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πενιχρός
πενιχρός συνώνυμο, πενιχρός αντώνυμο, πενιχρός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πενιχρός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- πενία στα ρουμανικά - sărăcie, lipsuri, lipsuri materiale, indigence, mizerie
- πενθώ στα ρουμανικά - jeli, plânge, plâng, jelesc, plângă
- πεντάδα στα ρουμανικά - cinci, Five, un Five, din cinci, de cinci
- πεντηκοστός στα ρουμανικά - cincizecilea, cincizecea, a cincizecea, cincizeci, al cincizecilea
Τυχαίες λέξεις
Πενιχρός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: biet, slab, nenorocit, ponosit, sărăcăcios, shabby, ponosite, meschin
Μεταφράσεις: biet, slab, nenorocit, ponosit, sărăcăcios, shabby, ponosite, meschin