Πενιχρός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πενιχρός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пацёрты, потертый, пашарпаны, пашараваны
Πενιχρός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πενιχρός

πενιχρός συνώνυμο, πενιχρός αντώνυμο, πενιχρός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πενιχρός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πενία στα λευκορωσικά - беднасць, бедната, беднасьць, беднату, убоства
  • πενθώ στα λευκορωσικά - аплакваць, плакаць
  • πεντάδα στα λευκορωσικά - пяць, пять
  • πεντηκοστός στα λευκορωσικά - пяцідзесяты, пяцідзясяты, пяцідзясятым
Τυχαίες λέξεις
Πενιχρός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пацёрты, потертый, пашарпаны, пашараваны