Πενιχρός στα ουγγρικά

Μετάφραση: πενιχρός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyamvadt, vézna, kopott, kopottas, rongyos
Πενιχρός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πενιχρός

πενιχρός συνώνυμο, πενιχρός αντώνυμο, πενιχρός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πενιχρός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • πενία στα ουγγρικά - szűkölködés, szegénység, rászorultság, rászorultsági, nélkülözés
  • πενθώ στα ουγγρικά - gyászol, gyászolni, gyászolja, gyászolnak, gyászoljuk
  • πεντάδα στα ουγγρικά - öt, az öt, ötéves
  • πεντηκοστός στα ουγγρικά - ötvenedik, az ötvenedik, ötvenedétől, ötvenéves
Τυχαίες λέξεις
Πενιχρός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nyamvadt, vézna, kopott, kopottas, rongyos